Νέα δέσμη μέτρων ύψους 2,5 δισ. ευρώ ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας για τη στήριξη επιχειρήσεων, εργαζομένων και ελεύθερων επαγγελματιών. Όπως σημείωσε ο υπουργός Οικονομικών το 2020 ελήφθησαν μέτρα 24,5 δισ. ευρώ και 11,6 δισ. ευρώ για εφέτος.
Δείτε επίσης: Οικονομία και επιχειρήσεις διαλύονται και ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε και πάλι ασπιρίνες και δανεικά…
Μεταξύ αυτών είναι τα εξής:
1ον. Βελτίωση των όρων στην Επιστρεπτέα Προκαταβολή 1, 2 και 3
Καθίσταται μη επιστρεπτέο μέρος της ενίσχυσης που δόθηκε κατά τους τρεις πρώτους κύκλους της Επιστρεπτέας Προκαταβολής, βάσει κριτηρίων για τις απώλειες τζίρου που υπέστησαν οι επιχειρήσεις εντός του 2020. Η απαλλαγή φτάνει έως και 50%, ενώ απαραίτητη προϋπόθεση είναι η διατήρηση των θέσεων εργασίας που προβλεπόταν στον κάθε κύκλο. Το κόστος του μέτρου εκτιμάται σε περίπου 570 εκατ. ευρώ. Για όσες επιχειρήσεις είχαν κατά το έτος 2020 μείωση τζίρου τουλάχιστον 15%, σε σχέση με το 2019, δεν επιστρέφεται το 30%. Για όσες επιχειρήσεις είχαν κατά το έτος 2020 μείωση τζίρου τουλάχιστον 30%, σε σχέση με το 2019, δεν επιστρέφεται το 50%. Για επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη μετά την 1η Ιανουαρίου 2018 ή άνοιξαν υποκατάστημα από την 1η Οκτωβρίου 2019 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 δεν επιστρέφεται το 50%, ανεξαρτήτως του τζίρου έτους 2020. Απαραίτητη προϋπόθεση η διατήρηση θέσεων εργασίας όπως προβλεπόταν σε κάθε κύκλο της Επιστρεπτέας Προκαταβολής. Επιπλέον, ισχύει ο όρος ότι οι επιχειρήσεις που είχαν πάνω από 20 εργαζομένους και τους διατηρούν σύμφωνα με τα προβλεπόμενα σε κάθε ΚΥΑ, δεν επιστρέφουν το 40% ανεξαρτήτως τζίρου, εκτός εάν με βάση τα παραπάνω εντάσσονται στο πιο ευνοϊκό καθεστώς του 50%. Το δημοσιονομικό κόστος που θα επηρεάσει τον Προϋπολογισμό του 2021 εκτιμάται σε 570 εκατ. ευρώ, χωρίς ταμειακή εκταμίευση. Οι ωφελούμενοι από τα παραπάνω είναι περίπου 100.000 επιχειρήσεις, με 230.000 εργαζόμενους.
2ον. Έναρξη νέου κύκλου Επιστρεπτέας Προκαταβολής 7
Ξεκινά, τον μήνα Απρίλιο, η Επιστρεπτέα Προκαταβολή 7, η οποία θα δοθεί με βάση την πτώση τζίρου των επιχειρήσεων κατά το 1ο τρίμηνο του έτους. Το ποσοστό της απαλλαγής διαμορφώνεται στο 50%, υπό τον όρο διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων έως τέλος Αυγούστου. Προβλέπεται αυξημένη ενίσχυση στο λιανεμπόριο, την εστίαση, τον τουρισμό, και γενικότερα στις επιχειρήσεις στις οποίες έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα, με αυξημένα κατώτατα όρια. Οι νέες επιχειρήσεις στους άμεσα πληττόμενους κλάδους, που έκαναν έναρξη εργασιών μετά τον Δεκέμβριο του 2019, θα είναι επιλέξιμες ανεξαρτήτως τζίρου, αν δεν έλαβαν ενίσχυση από τις 2 τελευταίες επιστρεπτέες προκαταβολές. Το κόστος του μέτρου εκτιμάται σε περίπου 1 δισ. ευρώ.
3ον. Διεύρυνση των περιόδων αποπληρωμής των Επιστρεπτέων Προκαταβολών
Παρατείνεται, για όλους τους κύκλους, η περίοδος αποπληρωμής από 40 σε 60 δόσεις, ενώ δίνεται η δυνατότητα εφάπαξ επιστροφής του ποσού, με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού. Η περίοδος αποπληρωμής για όλες τις Επιστρεπτέες (1 έως 7), επεκτείνεται από 40 σε 60 δόσεις, με πενταετή περίοδο αποπληρωμής από 31/1/2022 έως 31/1/2027. Δίνεται η δυνατότητα επιστροφής εφάπαξ του ποσού προς επιστροφή σε μία δόση έως το τέλος του έτους 2021, με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού. Ωφελούμενοι: Περίπου 550.000 επιχειρήσεις με 800.000 εργαζόμενους.
Επίσης θεσπίζεται η δυνατότητα, για επιχειρήσεις με εργαζομένους που είχαν όλο το 2020 μείωση τζίρου τουλάχιστον 30% και δικαιούνται έκπτωση 50% στις Επιστρεπτέες 1 έως 3, να λάβουν το 35% του συνολικού ποσού των Επιστρεπτέων 1 έως 3 ως ένα πιστωτικό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πληρωμή μελλοντικών φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών, έως τα τέλη του 2021. Στη συνέχεια θα πρέπει να αποπληρωθεί το 100% της Επιστρεπτέας σε 60 δόσεις από 31/1/2022. Δυνητικοί ωφελούμενοι: Τουλάχιστον 25.000 επιχειρήσεις που συμμετείχαν στις επιστρεπτέες 1 έως 3, έχουν εργαζόμενους και έχουν πτώση τζίρου >30%
4ον. Θέσπιση νέου καθεστώτος στήριξης των επιχειρήσεων υπό τη μορφή επιδότησης επί των παγίων δαπανών
Δρομολογείται ένα νέο εργαλείο στήριξης των επιχειρήσεων και προστασίας των θέσεων εργασίας. Πρόκειται για την επιδότηση ποσοστού των παγίων δαπανών επιχειρήσεων, που πραγματοποιήθηκαν εντός του 2020, και δεν έχουν καλυφθεί από τις ενισχύσεις που έχουν δοθεί έως σήμερα. Στις πάγιες δαπάνες συμπεριλαμβάνονται οι παροχές σε εργαζόμενους, οι ασφαλιστικές εισφορές, η ενέργεια, η ύδρευση, οι τηλεπικοινωνίες, τα ενοίκια, τα λοιπά λειτουργικά έξοδα, οι χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα.
Το ποσό της ενίσχυσης προσδιορίζεται ως ποσοστό επί της διαφοράς των παγίων δαπανών που κατέβαλε η επιχείρηση, και των ενισχύσεων που έχει λάβει. Σκοπός του προγράμματος είναι η επιδότηση επιχειρήσεων που απασχολούν τουλάχιστον 1 εργαζόμενο, μέσω πιστωτικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αποπληρωμή φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Το κόστος του μέτρου εκτιμάται, αρχικά, στα 500 εκατ. ευρώ.
5ον. Θέσπιση νέου προγράμματος επιδότησης επιχειρηματικών δανείων «ΓΕΦΥΡΑ».
Δρομολογείται νέο πρόγραμμα επιδότησης δανείων για τις επιχειρήσεις. Το νέο πρόγραμμα «ΓΕΦΥΡΑ» αφορά μεσαίες, μικρές, πολύ μικρές και ατομικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων επιχειρηματιών-επιτηδευματιών, που έχουν αποδεδειγμένα πληγεί από την πανδημία, και πληρούν συγκεκριμένα οικονομικά και περιουσιακά κριτήρια. Απευθύνεται τόσο σε επιχειρήσεις που έχουν εξυπηρετούμενες οφειλές, όσο και σε επιχειρήσεις που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις. Τα βασικά χαρακτηριστικά του προγράμματος είναι:
- Επιδότηση μηνιαίας δόσης επιχειρηματικών δανείων για 8 μήνες.
- Επιδότηση τόσο του κεφαλαίου όσο και των τόκων του δανείου.
- Επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών, με υψηλά ποσοστά επιδότησης.
- Κριτήρια τα οποία επιτρέπουν σε δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις να ενταχθούν στο πρόγραμμα, χωρίς περιορισμό ως προς το ανώτατο όριο οφειλής για αυτές.
Συγκεκριμένα, για τους δικαιούχους, η συνεισφορά του Δημοσίου ανέρχεται στα εξής ποσοστά: Για τα εξυπηρετούμενα δάνεια:
- Στο 90% της μηνιαίας δόσης για το 1ο τρίμηνο, στο 80% για το 2ο τρίμηνο και στο 70% για τους υπόλοιπους 2 μήνες.
Για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια:
- Στο 80% της μηνιαίας δόσης για το 1ο τρίμηνο, στο 70% για το 2ο τρίμηνο και στο 60% για τους υπόλοιπους 2 μήνες.
Το κόστος του μέτρου εκτιμάται στα 300 εκατ. ευρώ.
6ον. Επέκταση αναστολών ρυθμισμένων φορολογικών υποχρεώσεων
Κατ’ αναλογία με όσα ίσχυσαν τους προηγούμενους δύο μήνες, η δόση Μαρτίου των ρυθμισμένων φορολογικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων στις οποίες έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα και πλήττονται άμεσα, μεταφέρεται στο τέλος της περιόδου ρύθμισης. Το κόστος του μέτρου εκτιμάται στα 60 εκατ. ευρώ.
Ενώ ισχύει και το μέτρο κάλυψης όλου του ενοικίου σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας για τον μήνα Μάρτιο, εκτιμώμενου κόστους 70 εκατ. ευρώ.
«Συμπερασματικά, με αυτές τις παρεμβάσεις, αποδεικνύουμε, για ακόμη μία φορά, ότι αφουγκραζόμαστε την κοινωνία και τις ανάγκες της, παρακολουθούμε στενά τις εξελίξεις στο υγειονομικό πεδίο, και παρεμβαίνουμε έγκαιρα και στοχευμένα, με δραστικά, αποτελεσματικά και κοινωνικά δίκαια μέτρα. Ενωμένοι, μακριά από κοινωνικές εντάσεις και αυτοματισμούς, Κράτος, πολίτες και επιχειρήσεις, ανασυντάσσουμε τις δυνάμεις μας και διαμορφώνουμε τις προϋποθέσεις για την ταχύτερη δυνατή μετάβαση στο μέλλον που μας αξίζει. Μέλλον ευημερίας, κοινωνικής δικαιοσύνης και περαιτέρω ενδυνάμωσης της ισχύος της χώρας μας» τόνισε στις δηλώσεις του ο Χρήστος Σταϊκούρας.
Σκυλακάκης: Στόχος να είναι πιο δίκαια κοινωνικά και πιο αποτελεσματικά τα μέτρα
“Από την πρώτη στιγμή που σχεδιάστηκε η οικονομική πολιτική για την αντιμετώπιση της πανδημίας, θέσαμε ως στόχο τη μεγαλύτερη δυνατή εξατομίκευση και στόχευση των μέτρων, έτσι ώστε να είναι και πιο δίκαια κοινωνικά, αλλά και πιο αποτελεσματικά από πλευράς οικονομικών επιπτώσεων. Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι η χρηματοδότηση των μέτρων συνεπάγεται έλλειμμα, κατά κύριο λόγο δηλαδή δανεισμό, συνεπώς έχει πολύ μεγάλη σημασία για τον φορολογούμενο, που πάντα πληρώνει τις κρατικές δαπάνες, τα χρήματά του να πιάνουν τόπο” τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θεόδωρος Σκυλακάκης και συνέχισε: Όσο περισσότερα στοιχεία έχουμε για το τι ακριβώς έχει συμβεί στην οικονομία και στις επιχειρήσεις στη διάρκεια της πανδημίας τόσο περισσότερο μπορούμε να εξατομικεύσουμε ορθολογικά και να στοχεύσουμε τη στήριξη. Γι’ αυτό και τα μέτρα που αφορούν στην έξοδο από την πανδημία είναι πολύ πιο στοχευμένα από τα μέτρα της εισόδου, όταν δεν είχαμε τον πλούτο αυτών των στοιχείων του τι πράγματι έχει συμβεί.
Τι επιδιώκουμε με τη στόχευση:
Πρώτη και κύρια επιδίωξή μας είναι να μη χαθούν χωρίς λόγο θέσεις εργασίας, είτε αυτές αφορούν μισθωτούς, είτε μικρούς επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες. Γι’ αυτό τον λόγο προσθέτουμε στα γενικά μέτρα, όπως είναι οι Επιστρεπτέες και οι αναστολές συμβάσεων εργασίας, επιπλέον ειδικά μέτρα, όπως είναι οι ρυθμίσεις για την Επιστρεπτέα 1, 2, 3 και η επιδότηση δαπανών που προσφέρουν πρόσθετη ρευστότητα και ενίσχυση σε επιχειρήσεις που έχουν πληγεί περισσότερο, όπως αυτό προκύπτει από τη μείωση του τζίρου τους και το ύψος των ζημιών που έχουν πραγματοποιήσει το 2020.
Αναπόφευκτα οι ενισχύσεις αυτές αφορούν κατά προτεραιότητα ή επικεντρώνονται περισσότερο σε εκείνους που δήλωναν μεγαλύτερο ποσοστό του τζίρου τους. Γνωρίζουμε προφανώς ότι στην οικονομία υπάρχει και ένα ικανό μέρος άτυπης οικονομίας, το οποίο είναι σημαντικό και μας κατατάσσει στις χώρες με μεγάλες απώλειες του φόρου προστιθέμενης αξίας, με βάση τις ευρωπαϊκές στατιστικές. Για το λόγο αυτό, προβλέψαμε σε διάφορες φάσεις της πανδημίας και ελάχιστα ποσά, μέρος των οποίων δεν είναι επιστρεπτέο, ανεξαρτήτως τζίρου. Όπως, ανεξαρτήτως τζίρου ήταν και το μέτρο της μείωσης του ενοικίου, αλλά και το μέτρο των αναστολών συμβάσεων εργασίας. Η γενική, όμως, κατεύθυνση είναι η στόχευση στη βάση των στοιχείων που πραγματικά μας δηλώνουν οι ίδιες οι επιχειρήσεις και οι ίδιοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες. Η στόχευση και η εξατομίκευση έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στο να κρατηθούν ζωντανές, κυρίως, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις για τις οποίες υπήρχε μεγάλη δυσκολία να αποκτήσουν πρόσβαση σε ρευστότητα μέσω τραπεζικού δανεισμού και να επιτύχουμε έτσι τα αποτελέσματα που είχαμε από πλευράς ύφεσης και από πλευράς ανεργίας. Να έχουμε, δηλαδή, όχι 12% ύφεση το 2020, που έλεγε ο κ. Τσίπρας, αλλά μόλις 8,2%, έναντι 6,6% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Ποσοστό που υποδηλώνει ύφεση μόλις 24% υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, έναντι 82% που προέβλεπε η Αντιπολίτευση. Κι όλα αυτά, έχοντας παράλληλα ένα από τα καλύτερα αποτελέσματα στην Ευρώπη από πλευράς ανεργίας και, για την ώρα, περιορισμένο αριθμό επιχειρήσεων που έκλεισαν, με βάση τα στοιχεία του ΓΕΜΗ. Κάτι που δεν σημαίνει, δυστυχώς, ότι μετά τη λήξη των lockdown δεν θα έχουμε τις αναπόφευκτες επιπτώσεις κατά τη μεταβατική περίοδο προσαρμογής των επιχειρήσεων στη νέα πραγματικότητα, οι οποίες όμως θα περιορίζονται όσο η ανάκαμψη θα αποκτά πρόσθετη δυναμική. Στον μετριασμό των επιπτώσεων αυτών στοχεύουν και δύο από τα μέτρα που ανακοινώνουμε σήμερα, η επιδότηση μέρους των παγίων δαπανών και πρόσθετη ρευστότητα σε όσους την έχουν ανάγκη και είχαν λάβει την επιστρεπτέα προκαταβολή 1,2,3.